Διαχρονικά η Zero Stray Pawject έχει ως αδιαμφισβήτητη θέση του ότι η ευθανασία, και γενικότερα η θανάτωση, των αδέσποτων ζώων συντροφιάς για τον έλεγχο / μείωση του πληθυσμού τους -εκτός από καταφανώς αναποτελεσματική λύση- είναι βαθιά ανήθικη.


Στον αντίποδα, η Zero Stray Pawject επικεντρώνεται στην πρόληψη για τη συστηματική και βιώσιμη μείωση του αριθμού των αδέσποτων ζώων, εστιάζοντας στα δεσποζόμενα και την τάση τους να «υπερπαράγουν» νέα ζώα που αδυνατεί να απορροφήσει η κοινωνία ώστε να καταλήξουν στο φυσικό τους περιβάλλον, δηλαδή δεσποζόμενα σε μια  οικογένεια.  Αυτό το μοντέλο πρόληψης για τους σκύλους έχει δοκιμαστεί επιτυχώς στο πιλοτικό μας πρόγραμμα στο νησί της Αίγινας.

Στην Ελλάδα εξάλλου, η πρακτική της ευθανασίας με σκοπό την διαχείριση του πληθυσμού των αδέσποτων  είναι παράνομη.  Ωστόσο, τα περιστατικά με μαζικές δηλητηριάσεις δυστυχώς είναι γνώριμα και συχνά, παρά του ότι διώκονται σε βαθμό κακουργήματος.

Ας εξηγήσουμε όμως, πλην του ηθικού ζητήματος, γιατί η θανάτωση δεν είναι αποτελεσματική.

Η υπόθεσή εργασίας (αποδεδειγμένη στην πράξη) είναι ότι ακόμα και αν κάποιος είχε ένα μαγικό ραβδί και μπορούσε να πάρει όλα τα αδέσποτα σκυλιά και γατιά από τους δρόμους ενός Δήμου και να βρει σε όλα μια δική τους οικογένεια, με την πάροδο του χρόνου, αυτός ο Δήμος θα κατέληγε να έχει τον ίδιο αριθμό αδέσποτων στους δρόμους.

Αυτό συμβαίνει γιατί τα αδέσποτα δεν φυτρώνουν στα δέντρα. Είναι ένα πρόβλημα που προκάλεσε ο άνθρωπος. Τα αδέσποτα υπάρχουν επειδή οι ιδιοκτήτες, είτε σκόπιμα είτε ακούσια, τα άφησαν να γεννήσουν και δεν μπόρεσαν να τους βρουν υιοθεσίες.  Στη περίπτωση ενήλικων ζώων, τα αδέσποτα δημιουργούνται επειδή οι ιδιοκτήτες τους που δεν τα ήθελαν πια, δεν μπορούσαν να βρουν μια νέα οικογένεια, μιας και η προσφορά είναι τεράστια αλλά η ζήτηση μικρή.

Το πρόβλημα λοιπόν είναι η αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης μεταξύ ιδιοκτητών και ζώων συντροφιάς, με αποτέλεσμα τα ζώα που δεν απορροφούνται να καταλήγουν στον δρόμο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δε χωράνε αυτά τα ζώα ούτε στα υπάρχοντα καταφύγια, ούτε στα σπίτια των φιλόζωων σε καθεστώς προσωρινής αναδοχής.  Είναι αδύνατο και ανέφικτο να δημιουργηθεί χώρος για να στεγαστούν τα εκατομμύρια αδέσποτα που υπάρχουν στην Ελλάδα.

Η εγκατάλειψη των ανεπιθύμητων ζώων είναι δυνατή επειδή  είναι ανώνυμα. Δεν μπορούν να μας αποκαλύψουν ποιος τα εγκατέλειψε. Γι’ αυτό ένα μεγάλο μέρος της λύσης βρίσκεται στην «αποανωνυμοποίησή» τους με την ηλεκτρονική σήμανση και εγγραφή στο ΕΜΖΣ και την δειγματοληψία γενετικού υλικού (DNA) από τα μη στειρωμένα δεσποζόμενα ζώα και αποστολή των δειγμάτων στο ΕΦΑΓΥΖΣ.  (Σημείωση: τα δείγματα DNA επιτρέπουν την ταυτοποίηση των γεννητόρων, κάτι το οποίο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο όταν εγκαταλείπονται κουτάβια ή γατάκια).

Η ζήτηση για ζώα συντροφιάς είναι ανελαστική. Η υφιστάμενη αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης δεν μπορεί να εξισορροπηθεί με την αύξηση της ζήτησης. Ποτέ δεν θα υπάρξουν αρκετές οικογένειες για να υιοθετήσουν κάθε αδέσποτο σκυλί και γατί. Ο στόχος πρέπει να είναι η μείωση της προσφοράς, δηλαδή η μείωση των γεννήσεων (όχι μόνο από τα αδέσποτα στα πλαίσια της βέλτιστης διαχείρισης τους, αλλά κυρίως από τα δεσποζόμενα)

Η προσφορά των ζώων που δε δύνανται να απορροφηθούν πρέπει να μειωθεί συστηματικά και βιώσιμα ώστε να εξισορροπηθεί με τη ζήτηση στην κοινωνία. Με άλλα λόγια, μια χώρα πρέπει να επικεντρωθεί στον έλεγχο του υπερπληθυσμού όχι με το να σκοτώνει συνεχώς αδέσποτα (το αποτέλεσμα του προβλήματος), αλλά με την πρόληψη (δηλαδή την αποφυγή) της γέννησης αυτών των ζώων εξ αρχής. Με απλά λόγια, είναι πολύ πιο αποτελεσματικό να επικεντρωθούμε στο ποσοστό των δεσποζόμενων ζώων που είναι στειρωμένα και να παρέχουμε κίνητρα για τη στείρωση και αντικίνητρα για τη μη στείρωση.